Σαν Αντόνιο

Σαν Αντόνιο
(San Antonio). Πόλη (935 933 κάτ.) των νότιων ΗΠΑ, στο Τέξας, αριστερά του ομώνυμου ποταμού και στη συμβολή μερικών οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών που συνδέουν τις κεντρικές και νοτιοανατολικές ΗΠΑ με τις μεξικανικές πόλεις Μοντερέυ, Σαν Λούις, Ποτοσί και Ταμπίκο. Αρχαίο ινδιάνικο χωριό, αποικίστηκε από τους Ισπανούς που, το 1718, ίδρυσαν εκεί την ιεραποστολή του Σαν Αντόνιο Βαλέρο και στρατιωτική διοίκηση. Γύρω από τον πυρήνα αυτό αναπτύχθηκε οικισμός από Μεξικανούς κυρίως, ο οποίος το 1731 αποτέλεσε μια μικρή πόλη. Κατά τον πόλεμο του Τέξας, ο Μπεν Μίλαμ κατέλαβε το Σαν Αντόνιο (1835) επικεφαλής των Τεξανών, που εξοντώθηκαν όμως, μερικούς μήνες αργότερα, κατά την άμυνα του Άλαμο. Αποτέλεσε μέρος της Ένωσης και γρήγορα αναδείχτηκε ως κέντρο εμπορίου ζώων, ιδιαίτερα μετά την ίδρυση του πρώτου σιδηροδρόμου (1877). Σήμερα το Σ.Α., που ευνοήθηκε από την εξαιρετική γεωγραφική του θέση, είναι μεγάλη αγορά μαλλιού, βαμβακιού, γεωργικών και ζωοτεχνικών προϊόντων και σημαντικό λιμενικό κέντρο. Η εμπορική δραστηριότητα, που άνθησε από το 19o αι., ευνόησε την ανάπτυξη της βιομηχανίας, που είναι σημαντική, με διάφορα μεγάλα συγκροτήματα, στους τομείς μεταλλουργίας, χημικών προϊόντων, υφαντουργίας, ειδών διατροφής και ένδυσης. Είναι επίσης έδρα τριών πανεπιστημίων και άλλων πνευματικών ιδρυμάτων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Σκαλφαρότο, Τζοβάννι Αντόνιο — (Scalfarotto). Ιταλός αρχιτέκτονας (1700 1764). Έζησε και πέθανε στη Βενετία. Έργα του είναι η εκκλησία του Άγιου Συμεών στη Βενετία, το εσωτερικό του ναού του Σαν Ρόκο και το νοσοκομείο του νησιού Σαν Σέρβολο στην ίδια πάντοτε πόλη. Έργο του… …   Dictionary of Greek

  • Κανάλ, Αντόνιο — (Antonio Canal, Βενετία 1697 – 1768). Ιταλός ζωγράφος και χαράκτης, ο επονομαζόμενος Καναλέτο. Το παρωνύμιο αυτό τον διαχώριζε από τον ανιψιό του, Μπερνάρντο, με τον οποίο συνεργάστηκε σε ορισμένες σκηνογραφίες (1716 18) για τα θέατρα Σαντ’… …   Dictionary of Greek

  • Πιζανέλο, Αντόνιο Πιζάνο, ο επονομαζόμενος- — (Pisanello, Πίζα ή Βερόνα 1395 περίπου – Ρώμη 1455;). Ιταλός ζωγράφος. Εργάστηκε σε πολλές πριγκιπικές, αυλές δημιουργώντας νωπογραφίες στα ανάκτορα των δόγηδων της Βενετίας (1422), των δουκών ντ’ Έστε, στον πύργο της Παβία (1424), στη βασιλική… …   Dictionary of Greek

  • Μεντράνο, Τζοβάνι Αντόνιο — (Giovanni Antonio Medrano, 1703 – ;). Ιταλός αρχιτέκτονας. Το 1719 υπηρετούσε στην Ισπανία ως στρατιωτικός αρχιτέκτονας. Αργότερα ακολούθησε τον Δον Κάρλος, ο οποίος ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Νάπολης ως Κάρολος Γ’. Ο βασιλιάς τού ανέθεσε την… …   Dictionary of Greek

  • Πορντενόνε, Τζοβάννι Αντόνιο ντε Σάκις, ο επονομαζόμενος — (Pordenone Πορντενόνε 1483/84 – Φεράρα 1539). Ιταλός ζωγράφος. Διαμορφώθηκε μάλλον κοντά στον οπαδό του Μαντένια Τζανφραντσέσκο ντα Τολμέτσο και εργάστηκε ως βοηθός του Πελεγκρίνο ντι Σαν Ντανιέλε (Φεράρα 1508). Ταξίδεψε στη Βενετία και… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Γουατεμάλα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γουατεμάλας Έκταση: 108.890 τ.χλμ Πληθυσμός: 11.986.558 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Γουατεμάλα (1.090.310 κάτ. το 2002)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει Β και ΒΔ με το Μεξικό, Α με την Μπελίζ και την Ονδούρα,… …   Dictionary of Greek

  • Μαγγελάνος, Φερδινάνδος — (Σαμπρόσα, Πορτογαλία 1480 – νήσος Μάταμ, Φιλιππίνες 1521). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Πορτογάλου θαλασσοπόρου Φερνάντο ντε Μαγκαλάες (πορτογαλ. Fernao de Magalhγes, ισπαν. Fernando de Magallanes). Αφού ταξίδεψε για πολλά χρόνια στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”